Να υποθέσω πως εννοείς, αν η θερμοκρασία του νερού, πρέπει να έχει περιοδικότητα σύμφωνα με τις εποχές του χρόνου
Απ όσο έχω διαβάσει η απάντηση είναι ναι
Υπάρχουν κάποιοι οι οποίοι κρατάνε τη θερμοκρασία σταθερή, χειμώνα καλοκαίρι
Πχ τα ψάρια έχουν όριο 22-26, κρατάνε τη θερμοκρασία στους 24, για 12 μήνες
Υπάρχουν άλλοι οι οποίοι μεταβάλουν τα όρια, ανάλογα με τη θερμοκρασία που επικρατεί στο περιβάλλον
Πχ τα ψάρια έχουν όριο 22-26, το καλοκαίρι η θερμοκρασία προσαρμόζεται στους 25, στους καυσωνες ανεβαίνει στους 26. Τον χειμώνα χαμηλώνει στους 23 και στα πολλά κρύα κατεβαίνει στους 22
Ενα πολύ χρήσιμο άρθρο, είναι το παρακάτω, από τον Γιώργο Ρεκλό (ίσως απαντά στο θέμα)
Ποστάρω μόνο το κομμάτι του άρθρου που ίσως σχετίζεται με το θέμα
================================================== =====
«Πάρε-δώσε» με τη θερμοκρασία Έχει ειπωθεί πως η διατήρηση ψαριών στην αιχμαλωσία είναι ένας συνδυασμός τέχνης, επιστήμης και ικανοτήτων. Κανένας δεν δέχεται αυτό το «δόγμα» περισσότερο από ΅μένα. Το επιστημονικό μέρος της υπόθεσης εγγυάται πως οι κανόνες παραμένουν κοινοί παντού και έτσι πράγματι συμβαίνει. Υπάρχουν, παρΆ όλα αυτά μερικοί παράγοντες που επηρεάζουν το hobby μας, οι οποίοι είναι – σε μεγάλο βαθμό – εκτός ελέγχου μας. Αυτοί οι παράγοντες δεν είναι ίδιοι παντού και έχουν να κάνουν με τη γεωγραφική θέση καθενός ακουαρίστα ξεχωριστά ή με τις εποχιακές διακυμάνσεις και ιδιαιτέρως με τις ακραίες.
Κλιματολογικές & Περιβαλλοντολογικές συνθήκες
Οι πλέον κοινοί τέτοιοι παράγοντες είναι οι κλιματολογικές και οι περιβαλλοντολογικές συνθήκες. Το περιβάλλον μπορεί να περιέχει σκόνη, ή να είναι ηλιόλουστο, το νερό σε κάποιες συγκεκριμένες περιοχές μπορεί να είναι ρυπασμένο ή και μολυσμένο (βαρέα μέταλλα, νιτρικά άλατα, αμμωνία κλπ), μπορεί ακόμη το νερό να είναι πολύ σκληρό, μαλακό, αλκαλικό ή όξινο. Εν ολίγοις, μπορεί να είναι ακατάλληλο για να χρησιμοποιηθεί σε ενυδρεία, εκτός κι αν προκαταρκτικά, εμπλακεί στάδιο (εάν είναι πρακτικά δυνατόν) προετοιμασίας του, ή, εν πάση περιπτώσει, μπορεί να περιορίζει τις εναλλακτικές λύσεις, στη διατήρηση κάποιων μόνο συγκεκριμένων ειδών ψαριών. Ακόμη και στην ίδια πόλη η ποιότητα του νερού μπορεί να διαφέρει από τη μία περιοχή της στην άλλη. Ευτυχώς βέβαια υπάρχουν τα κατάλληλα μέσα για να ελέγξουμε την ποιότητα του νερού και μετά να μπούμε στις επιμέρους διαδικασίες ώστε να το καταστήσουμε κατάλληλο για το ενυδρείο μας.
Όταν στην πραγματικότητα επανεξέταζα αυτό το άρθρο, συνέβη να έχω βαριές απώλειες σε ένα ενυδρείο διατήρησης ιχθυδίων, μόνο και μόνο επειδή η δημόσια υπηρεσία ύδρευσης αποφάσισε να χορηγήσει μεγαλύτερες συγκεντρώσεις χλωρίου (ή χλωραμίνης) στο νερό του δικτύου της περιοχής που μένω (για να τεκμηριώσω την πρότασή μου …).
Σε αντίθεση κάποιες φορές, θα πρέπει να αντιμετωπίσουμε παράγοντες που, απλά δεν είναι κάτω από τον έλεγχό μας.
Ένας τέτοιος παράγοντας είναι και η θερμοκρασία. Η θερμοκρασία συνήθως παρουσιάζει εποχιακές διακυμάνσεις μέσα στο έτος, αλλά αυτό μάλλον είναι αναμενόμενο και σε ανεκτά επίπεδα. Τα προβλήματα εμφανίζονται όταν παρουσιάζει ακραία αύξηση ή ελάττωση. Υπάρχουν περιοχές που η θερμοκρασία μπορεί να φτάσει κάλλιστα ή και να ξεπεράσει τους 44°C (110°F), κατά τη διάρκεια των καλοκαιρινών μηνών, ενώ σε άλλα μέρη μπορεί να πέσει κάτω από το σημείο πήξης το χειμώνα.
Αυτά όλα μάλιστα μπορούν να συνοδεύονται από διακοπές ρεύματος, λόγω υπερκατανάλωσης ή λόγω φυσικών καταστροφών στους αγωγούς παροχής. Αυτό το γεγονός καθιστά την περίπτωση, κατάσταση απειλής και θα πρέπει άμεσα να γίνει κάτι γιΆ αυτό πριν σημειωθούν απώλειες.
Η ανθεκτικότητα των ψαριών
Τα διάφορα είδη επιδεικνύουν διαφορετικές ανεκτικότητες σε ότι αφορά στην θερμοκρασία. Έτσι τα Symphysodon species μπορούν να ανθέξουν θερμοκρασίες της τάξεως των 34°C (93°F), ενώ τα «χρυσόψαρα» θα αρχίσουν - πιθανόν - να έχουν πρόβλημα σε χαμηλές θερμοκρασίες του επιπέδου των 5°C (41°F). ΓιΆ αυτό οι ακουαρίστες πρέπει να τα λαμβάνουν υπΆ όψιν τους αυτά, όταν βρίσκονται στο στάδιο της επιλογής των ειδών που επιθυμούν να διατηρήσουν.
Όσο αφορά στις κιχλίδες των λιμνών της Κατακρημνισιγενούς Κοιλάδας της νοτιοανατολικής Αφρικής, τα είδη από τη λίμνη Malawi αντέχουν σε υψηλότερες θερμοκρασίες από ότι τα είδη της λίμνης Tanganyika. Έτσι οι κιχλίδες της Malawi μπορούν να αντέξουν θερμοκρασίες ακόμη και πάνω από τους 32°C (90°F), ενώ οι αντίστοιχες της λίμνης Tanganyika δεν θα αντέξουν ούτε καν στους 30°C (86°F). Αυτό που περιπλέκει ακόμη περισσότερο την κατάσταση είναι πως οι κιχλίδες της Malawi μπορούν να ανεχτούν μεγάλες και συχνότερες αλλαγές νερού (50% και ίσως περισσότερο), σε αντίθεση με αυτές της λίμνης Tanganyika που τα όριά τους κατεβαίνουν στο 25% - το πολύ – και όχι σε στενές, χρονικά, συχνότητες. Το αποτέλεσμα είναι πως εάν κάποιος διαμένει σε περιοχή που σημειώνονται εποχιακά ή και μόνιμα υψηλές θερμοκρασίες και επιλέξει να διατηρήσει κιχλίδες της λίμνης Tanganyika, μάλλον θα κάνει μη σοφή επιλογή. Καλύτερα να διάλεγε Symphysodon species σε αυτή την περίπτωση. Τίποτε δεν θα εμποδίσει όμως έναν αφοσιωμένο χομπίστα, που τυγχάνει θαυμαστής των κιχλίδων της Malawi (κάποιον σαν εμένα δηλαδή), να διατηρήσει τέτοια είδη στα ενυδρεία του …
Τα Βασικά της Φυσικής
Είναι προφανές πως το πρόβλημα για τον κάθε ένα ακουαρίστα είναι το πώς θα αλλάξει τη θερμοκρασία νερού στα ενυδρεία του, όταν οι περιβαλλοντολογικές συνθήκες την «σπρώχνουν» προς τη μια ή την άλλη λανθασμένη τιμή.
Η απάντηση είναι απλή. Αφαιρώντας ή παρέχοντας ενέργεια στο νερό.
Πριν πάρουμε κάποιες ιδέες για τους τρόπους διαχείρισης του προβλήματος, θεωρώ πως θα ήταν σκόπιμο να ρίξουμε μια ματιά στη θεωρία που κρύβεται πίσω από όλα αυτά. Και το θεωρώ ως απαραίτητη προϋπόθεση, γιατί πιστεύω πως θα σας βοηθήσει να εφαρμόσετε την άριστη τακτική για τις συγκεκριμένες ανάγκες που ενδέχεται να αντιμετωπίσετε.
Θερμότητα
… Η ηπιότερη μορφή ενέργειας ή ένα νόμισμα χωρίς αντίκρισμα …
Δυστυχώς αυτό είναι μία μεγάλη αλήθεια.
Η ενέργεια δεν μπορεί να χαθεί, μπορεί μόνο να μετατραπεί σε άλλη μορφή ενέργειας. Για παράδειγμα, μπορούμε να μετατρέψουμε την ηλεκτρική ενέργεια σε κινητική, ή την ενέργεια του ηλιακού φωτός σε ηλεκτρική. Όμως σε κάθε τέτοια διαδικασία κάποιο μέρος της ενέργειας θα μετατραπεί μοιραία σε θερμότητα. Η θερμότητα, αντιθέτως, δεν μπορεί να μετατραπεί σε άλλες ενεργειακές μορφές. Οπότε η θερμότητα είναι το «τελικό υποπροϊόν» των διαφόρων ενεργειακών μετατροπών. Αυτό σημαίνει πως θα ήταν «χαζό» και δαπανηρό ταυτόχρονα, να προσπαθούμε να μετατρέψουμε άλλες μορφές ενέργειας σε θερμότητα ή να χρησιμοποιήσουμε άλλες μορφές ενέργειας για να «ξεφορτωθούμε» θερμότητα. ΠαρΆ ότι αυτό δεν αλλάζει, αυτό είναι το μόνο πράγμα που μπορούμε να κάνουμε όταν θέλουμε είτε να αυξήσουμε, είτε να ελαττώσουμε τη θερμοκρασία του νερού των ενυδρείων μας. Οπότε το βασικό σημείο είναι το ότι θα πρέπει να ανταλλάξουμε κάποια άλλη μορφή ενέργειας, ώστε να επιτύχουμε μία μεταφορά θερμότητας προς ή από το ενυδρείο μας. Το επόμενο σημείο είναι το ότι αυτή η ανταλλαγή δεν αποτελεί το καλύτερο κέρδος για την τσέπη μας.
Θερμοχωρητικότητα του Νερού
Εδώ έχουμε ένα δεύτερο πρόβλημα. Με άλλα λόγια κακά μαντάτα, κεφάλαιο δεύτερο.
Το νερό έχει μεγάλη ικανότητα συγκράτησης θερμότητας. Αυτό είναι καλό μιας και μπορεί να αντισταθεί σε αιφνίδιες ή εποχιακές αυξομειώσεις της περιβαλλοντικής θερμοκρασίας, αλλά μπορεί να αποβεί τρομακτικά επίπονο όταν χρειαστεί κανείς να αυξήσει ή να μειώσει τη θερμότητά του ενυδρείου του.
Οπότε θα πρέπει να διαθέσετε μία κιλοθερμίδα (για συντομία cal, που ισούται με 4,186 Joules) ενέργειας, για να αλλάξετε τη θερμοκρασία ενός γραμμαρίου νερού (1ml δηλαδή) κατά έναν (1) βαθμό Κελσίου. Εάν μάλιστα αυτό θέλετε να γίνει μέσα σε ένα (1) μόνο δευτερόλεπτο, τότε χρειάζεστε και 4,2 Watts ενέργειας (= 4,2 Joules/sec).
Οπότε για να ανεβάσετε κατά ένα βαθμό Κελσίου τη θερμοκρασία σε ένα ενυδρείο όγκου 200 λίτρων θα χρειαστεί να διαθέσετε 200.000 κιλοθερμίδες (= χιλιάδες θερμίδες), ή 837.000 Joules. Εάν επιπροσθέτως αυτό θέλετε να γίνει μέσα σε τριάντα λεπτά της ώρας (δηλαδή σε 1.800 δευτερόλεπτα), χρειάζεστε 465J/sec, με άλλα λόγια χρειάζεστε 465 Watts … Αρκετή ενέργεια ε;
Η ίδια ποσότητα ενέργειας απαιτείται και όταν θέλετε να μειώσετε τη θερμοκρασία κατά ένα βαθμό Κελσίου. Έτσι έχει προκύψει και ο βασικός κανόνας που λέει πως χρειάζεται «ένα Watt ανά ένα λίτρο νερού». Είναι η ποσότητα της ενέργειας που απαιτείται για να αυξηθεί η θερμοκρασία του νερού κατά ένα βαθμό Κελσίου μέσα στο διάστημα μίας ώρας. Αυτό βέβαια είναι απλοϊκό σαν αρχή, αφού πρόκειται για εφαρμογή σε ένα «κλειστό» σύστημα ή, με απλά λόγια, υποθέτουμε πως το νερό δεν θα επηρεαστεί καθόλου από την περιβαλλοντική θερμοκρασία (ούτε θα αυξηθεί ούτε θα ελαττωθεί η θερμοκρασία του από τις εξωτερικές συνθήκες). Οι θερμαντήρες θα πρέπει να είναι οι μόνοι δότες θερμότητας στο νερό. Συνήθως επειδή θέλουμε να κρατάμε τη θερμοκρασία σε ένα ενυδρείο υψηλότερη ή χαμηλότερη από αυτή του περιβάλλοντος χώρου χρειαζόμαστε ακόμη περισσότερη ενέργεια.
Η κίνηση του νερού
Όλοι μας γνωρίζουμε ότι η κίνηση του νερού είναι απαραίτητη, εφΆ όσον χρειαζόμαστε να αυξήσουμε τη δυνατότητα ανταλλαγής αερίων σε ένα ενυδρείο. Στην πραγματικότητα η κίνηση του νερού, αυξάνει «εικονικά» την επιφάνεια του ενυδρείου και επιτρέπει τη μεγαλύτερη ανταλλαγή αερίων από ότι σε ένα υδάτινο περιβάλλον με στάσιμο νερό.
Αυτή είναι η μία πλευρά του νομίσματος. Η δεύτερη πλευρά είναι πως όλα αυτά μπορούν να επιτευχθούν μέσω α) μηχανικών μέσων, όπως οι αντλίες νερού, τα μηχανικά φίλτρα, οι παραγωγοί κυμάτων κλπ, ή β) με τον αέρα που απελευθερώνεται στο νερό μέσω αερόλιθων και συναφών συσκευών και προϊόντων. Αυτό προσθέτει ένα πρόβλημα όταν η θερμοκρασία του νερού χρήζει μειώσεως, λόγω υψηλών θερμοκρασιών του περιβάλλοντος χώρου. Όλος αυτός ο εξοπλισμός εκλύει θερμότητα στο νερό, αφΆ ενός λόγω των ηλεκτροκινητήρων και αφΆ ετέρου λόγω του θερμού αέρα που κυκλοφορεί στη στήλη του νερού. Η αύξηση της κινητικής ενέργειας των σωματιδίων του νερού εξΆ άλλου, από μόνη της είναι παράγοντας που αυξάνει την θερμοκρασία του νερού (αφού η κινητική ενέργεια τελικά μετατρέπεται σε θερμότητα – βλ. παραπάνω).
Φυσικά δεν είναι δυνατόν να σταματήσουμε την κίνηση του νερού (ειδικά εάν η θερμοκρασία του περιβάλλοντος είναι υψηλή), αφού αυτό θα είχε σαν αποτέλεσμα την ασφυξία των ψαριών, αλλά πρέπει να το λάβουμε και αυτό υπΆ όψιν.
Διαλυτότητα και διαλυτότητα του Οξυγόνου
Ο όρος διαλυτότητα σημαίνει την μέγιστη ποσότητα κάποιας ουσίας που μπορεί να διαλυθεί μέσα σε συγκεκριμένο όγκο υγρού, σε δεδομένη θερμοκρασία. Όταν συνήθως έχουμε να διαλύσουμε ένα στερεό μέσα σε κάποιο υγρό – μέσα σε νερό για παράδειγμα – όσο υψηλότερη θερμοκρασία έχει το υγρό τόση περισσότερη ποσότητα του στερεού μπορούμε να διαλύσουμε, οπότε η διαλυτότητα αυξάνεται όσο αυξάνεται και η θερμοκρασία. Ανάμεσα στα καθημερινά παραδείγματα μπορώ να αναφέρω τη ζάχαρη και το μαγειρικό αλάτι. Όμως αυτός ο γενικός κανόνας ισχύει μόνο για τα στερεά.
Με τα αέρια τα πράγματα αλλάζουν. Όσο υψηλότερη η θερμοκρασία, τόσο λιγότερη ποσότητα διαλυμένων αερίων μπορεί να μείνει διαλυμένη. Όσο αυξάνεται η θερμοκρασία, τα μόρια των αερίων αρχίζουν να κινούνται όλο και γρηγορότερα και τελικά απελευθερώνονται από το νερό στην ατμόσφαιρα. Φυσικά το Οξυγόνο είναι αέριο και τα ψάρια χρειάζονται το οξυγόνο … Οπότε αυτό είναι ένας άλλος καλός λόγος για να διατηρείται η θερμοκρασία μέσα σε κάποια όρια.
Μεταβολισμός
Αυτός ο όρος, ο οποίος περιγράφει τις χημικές αντιδράσεις που λαμβάνουν χώρα μέσα σε κάθε ζωντανό οργανισμό. Υπάρχουν δύο είδη αντιδράσεων : η διάσπαση μεγάλων μορίων σε μικρότερα (καταβολισμός) και η σύσταση μεγαλυτέρων μορίων από σύνολο μικροτέρων (αναβολισμός).
Όπως όλες οι χημικές αντιδράσεις έτσι και αυτές εξαρτώνται από τη θερμοκρασία. Αυτό σημαίνει ότι όσο υψηλότερη είναι η θερμοκρασία, τόσο πιο λίγος είναι ο απαιτούμενος χρόνος της χημικής αντίδρασης και αντιστοίχως αντίθετα.
Τα ψάρια, σε αντίθεση με τους ανθρώπους είναι ψυχρόαιμα ζώα [Σ.Τ.Μ. ακριβέστερα πρόκειται γα ετερόθερμα-ποικιλόθερμα ζώα], οπότε δεν διαθέτουν «θερμοστάτη» για να ρυθμίζει την εσωτερική τους θερμοκρασία, απλά προσλαμβάνουν την θερμοκρασία του περιβάλλοντος νερού μέσα στο οποίο ζουν. Αυτό με τη σειρά του φανερώνει πως όσο υψηλότερες είναι οι θερμοκρασίες του περιβάλλοντος νερού τους τόσο αυξάνεται και ο μεταβολισμός τους, με αποτέλεσμα τη μείωση του βιολογικού τους κύκλου (διάρκεια ζωής), την αύξηση της επιθετικότητάς τους κλπ. Στο άλλο άκρο αυτής της ιστορίας, βρίσκεται η χαμηλή θερμοκρασία που μειώνει τη δραστηριότητα του μεταβολισμού και – κάτω από συγκεκριμένες θερμοκρασίες – μπορεί να επέλθει ο θάνατος.
Αυτά πάνω κάτω είναι όσα αφορούν στη θερμοκρασία και τις συνέπειές της σε σχέση με τα ψάρια μας, εάν δεν λάβουμε κάποια μέτρα.
Εντάξει μέχρις εδώ, αλλά τι μπορούμε να κάνουμε; Έχουμε μόνο δύο περιπτώσεις για να συζητήσουμε : η θερμοκρασία του νερού (και του περιβάλλοντος) μπορεί να είναι είτε υψηλότερη είτε χαμηλότερη από αυτή που θέλουμε.
Υψηλές θερμοκρασίες
Χαρακτηριστικά: Χαμηλότερες συγκεντρώσεις Οξυγόνου στο νερό, χαμηλότερες συγκεντρώσεις Διοξειδίου του ¶νθρακα στο νερό. Αύξηση του μεταβολισμού και της επιθετικότητας, μικρότερος χρόνος επώασης για τα θηλυκά ψάρια (ειδικότερα για τα στοματεπωάζοντα είδη), αλλαγές στο φύλο των ιχθυδίων, είναι μερικά από τα αποτελέσματα. Σε ακραίες περιπτώσεις, μπορούμε να δούμε ψάρια να ζητούν απεγνωσμένα αέρα στην επιφάνεια του νερού ή ακόμη να πεθαίνουν από ασφυξία.
Τι πρέπει να κάνουμε : Δεν είναι φανερό; Να ψύξουμε το νερό … Πώς;
================================================== ====
Πηγή : http://www.malawicichlidhomepage.com...mperature.html